Поверхностно στα ελληνικά
Μετάφραση: поверхностно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιφανειακά, επιφανειακή, επιφανειακώς, επιπόλαια, πρώτης όψεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безделье στα ελληνικά - απραξία, αργία, απραξίας, τεμπελιά, η αδράνεια
- вермишель στα ελληνικά - φιδές, τρούφα, vermicelli, φιδέ, τρούφας
- допивать στα ελληνικά - τέλος, τελειώνω, περατώνω, τερματισμός, ποτό επάνω, πίνουν μέχρι, ποτό μέχρι, ...
- единоличник στα ελληνικά - αγρότης, ατομική αγροτική, η ατομική αγροτική
Τυχαίες λέξεις
Поверхностно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιφανειακά, επιφανειακή, επιφανειακώς, επιπόλαια, πρώτης όψεως
Μεταφράσεις: επιφανειακά, επιφανειακή, επιφανειακώς, επιπόλαια, πρώτης όψεως