Поврежденный στα ελληνικά
Μετάφραση: поврежденный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελλειπτικός, ελαττωματικός, βλάβη, ζημιά, κατεστραμμένο, κατεστραμμένα, καταστραφεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсурдность στα ελληνικά - γελοιότητα, παραλογισμός, παραλογισμό, παράλογο, παραλογισμού, τον παραλογισμό
- банкротство στα ελληνικά - εναιώρημα, σπάζω, προσκρούω, ανακοπή, κραχ, θρυμματίζω, αποτυχία, ...
- ввозить στα ελληνικά - εισάγω, φυτεύω, εργοστάσιο, φυτό, συστήνω, εισαγωγή, εισαγωγής, ...
- вермишель στα ελληνικά - φιδές, τρούφα, vermicelli, φιδέ, τρούφας
Τυχαίες λέξεις
Поврежденный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελλειπτικός, ελαττωματικός, βλάβη, ζημιά, κατεστραμμένο, κατεστραμμένα, καταστραφεί
Μεταφράσεις: ελλειπτικός, ελαττωματικός, βλάβη, ζημιά, κατεστραμμένο, κατεστραμμένα, καταστραφεί