Повстречать στα ελληνικά

Μετάφραση: повстречать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάντηση, συναντώ, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Повстречать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вдова στα ελληνικά - χήρα, χήρας, χηρείας, η χήρα, χήρα του
  • глиномялка στα ελληνικά - glinomyalka
  • диагностика στα ελληνικά - Διάγνωση, διάγνωσης, διαγνωστικά, διαγνωστικών, διαγνωστική
  • женить στα ελληνικά - παντρεύομαι, παντρευτούν, παντρευτεί, παντρεύονται, να παντρευτεί, παντρεψει
Τυχαίες λέξεις
Повстречать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάντηση, συναντώ, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται