Подкапывать στα ελληνικά
Μετάφραση: подкапывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χυμός, υποσκάπτω, ζουμί, νάρκη, εξαντλώ, μεταλλείο, SAP, σφρίγος, το SAP, του SAP, της SAP
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алчный στα ελληνικά - φιλάργυρος, ενθουσιώδης, άπληστος, κερδομανής, λαίμαργος, άπληστοι, άπληστους, ...
- вменить στα ελληνικά - πόζα, τοποθετώ, καθορισμένος, προμήθεια, βάζω, παραδίδω, χορήγηση, ...
- заваль στα ελληνικά - μπλοκαρίσματα, αποφράξεις, παρεμποδίσεις, εμπλοκές, αποφράξεων
- завиться στα ελληνικά - κατσαρώνω, μπούκλα, κύλισης, Μετακινηθείτε, Scroll, κύλισης για, κύλιση
Τυχαίες λέξεις
Подкапывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χυμός, υποσκάπτω, ζουμί, νάρκη, εξαντλώ, μεταλλείο, SAP, σφρίγος, το SAP, του SAP, της SAP
Μεταφράσεις: χυμός, υποσκάπτω, ζουμί, νάρκη, εξαντλώ, μεταλλείο, SAP, σφρίγος, το SAP, του SAP, της SAP