Подпирать στα ελληνικά
Μετάφραση: подпирать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποστηρίζω, συντηρώ, βοήθεια, αμπάρι, ακτή, στήριγμα, κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, υποφέρω, γεννώ, προπ, στηρίξουν, πρόπ, σφήνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бронза στα ελληνικά - μπρούτζος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
- бубенцы στα ελληνικά - καμπάνες, κουδούνια, κουδουνιών, κουδουνάκια, τα κουδούνια
- декель στα ελληνικά - deckle, μεταλλοπλέγματος, στηθοπλευρές
- долгожительство στα ελληνικά - μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής
Τυχαίες λέξεις
Подпирать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, συντηρώ, βοήθεια, αμπάρι, ακτή, στήριγμα, κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, υποφέρω, γεννώ, προπ, στηρίξουν, πρόπ, σφήνα
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, συντηρώ, βοήθεια, αμπάρι, ακτή, στήριγμα, κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, υποφέρω, γεννώ, προπ, στηρίξουν, πρόπ, σφήνα