Подпор στα ελληνικά
Μετάφραση: подпор, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεφάλι, εύπορος, ηγούμαι, κτατητήριο, κράτηση, lockup, κλειδώματος, μπλοκαρίσματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аромат στα ελληνικά - ευωδία, μυρωδιά, καρυκεύω, μυρίζω, ουσία, ευωδιά, άρωμα, ...
- бездушие στα ελληνικά - αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
- готовка στα ελληνικά - μαγείρεμα, μαγειρέματος, το μαγείρεμα, μαγειρικής, μαγειρική
- жизнелюб στα ελληνικά - ταλαντευτής, Μετρητής ελεύθερου, Swinger, ελεύθερου, Μετρητή ελεύθερου
Τυχαίες λέξεις
Подпор στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεφάλι, εύπορος, ηγούμαι, κτατητήριο, κράτηση, lockup, κλειδώματος, μπλοκαρίσματος
Μεταφράσεις: κεφάλι, εύπορος, ηγούμαι, κτατητήριο, κράτηση, lockup, κλειδώματος, μπλοκαρίσματος