Подскабливать στα ελληνικά
Μετάφραση: подскабливать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξύνω, γρατσουνίζω, αμυχή, γρατσουνιά, podskablivat
Μεταφράσεις
- акула-людоед στα ελληνικά - άνθρωπος, ο άνθρωπος, άνθρωπο, άνδρας, άνδρα
- вероотступник στα ελληνικά - μετάφραση, αποστάτης, αποστάτη, αποστάτιδα, αποστατική, apostate
- гидрология στα ελληνικά - υδρολογία, υδρολογίας, την υδρολογία, της υδρολογίας, υδρολογικά
- глупить στα ελληνικά - χαζός, βλάκας, κοροϊδεύω, ανόητα, foolishly, ανοήτως, απερίσκεπτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Подскабливать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξύνω, γρατσουνίζω, αμυχή, γρατσουνιά, podskablivat
Μεταφράσεις: ξύνω, γρατσουνίζω, αμυχή, γρατσουνιά, podskablivat