Поиски στα ελληνικά

Μετάφραση: поиски, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταδίωξη, αναζήτηση, ασχολία, επίτευγμα, κυνηγώ, έρευνα, Αναζήτηση, αναζήτησης, Η αναζήτηση, αναζήτησή
Поиски στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • богатый στα ελληνικά - διαχυτικός, πλούσιος, γεμάτος, αδρός, ολικός, μεστός, ψηλός, ...
  • вытворять στα ελληνικά - κάνω, να είναι μέχρι, είναι μέχρι, να είναι έως, είναι έως, να ανέλθει
  • газонокосилка στα ελληνικά - μπικουτί, χορτοκόπτης, μηχανή του γκαζόν, χλοοκοπτικό, θεριστή χορτοταπήτων, χλοοκοπτική μηχανή
  • гражданственность στα ελληνικά - civicism
Τυχαίες λέξεις
Поиски στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταδίωξη, αναζήτηση, ασχολία, επίτευγμα, κυνηγώ, έρευνα, Αναζήτηση, αναζήτησης, Η αναζήτηση, αναζήτησή