Полировка στα ελληνικά

Μετάφραση: полировка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποβάλλω, λουστράρω, πίφερο, λούστρο, γυαλίζω, στιλβώνω, βερνίκι, λιμάρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Полировка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брюхо στα ελληνικά - στομάχι, συντεχνία, κοιλιά, προκοίλι, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, ...
  • величайший στα ελληνικά - ακραίος, ανώτατος, μεγαλύτερη, μεγαλύτερο, μεγαλύτερος, μέγιστη, μεγαλύτερες
  • дирижер στα ελληνικά - ηγέτης, ηγεμόνας, μαέστρος, αρχηγός, σκηνοθέτης, ηγήτορας, αγωγός, ...
  • досмотр στα ελληνικά - ανασκόπηση, έρευνα, συγκεντρώνω, επιτήρηση, επίβλεψη, μελέτη, αναζήτηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Полировка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποβάλλω, λουστράρω, πίφερο, λούστρο, γυαλίζω, στιλβώνω, βερνίκι, λιμάρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά