Получающий στα ελληνικά
Μετάφραση: получающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραλήπτης, λήψη, παραλαβή, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астрология στα ελληνικά - αστρολογία, αστρολογίας, την αστρολογία, η αστρολογία, της αστρολογίας
- безотчетный στα ελληνικά - ακούσιος, παράλογος, παράλογη, παράλογες, ανορθολογικές, ανορθολογικών
- вальва στα ελληνικά - βαλβίδα, Valva
- выгладить στα ελληνικά - σιδερένιος, σιδερώνω, πιέζω, πρεσάρω, εξομάλυνση, λειάνετε, απαλύνει, ...
Τυχαίες λέξεις
Получающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραλήπτης, λήψη, παραλαβή, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν
Μεταφράσεις: παραλήπτης, λήψη, παραλαβή, λαμβάνει, τη λήψη, λαμβάνουν