Поносить στα ελληνικά

Μετάφραση: поносить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουβαλώ, κατάχρηση, καταχρώμαι, καταριέμαι, λοιδορία, προπηλακίζω, βρίζω, μεταφέρω, ονειδίζουν, ονειδίζουν τον, χλευάζουν, υβρίζει
Поносить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аполлон στα ελληνικά - Απόλλων, Απόλλωνας, Απόλλωνα, Apollo, του Απόλλωνα
  • ара στα ελληνικά - μακώ, macaw, πτηνού ara
  • берёза στα ελληνικά - σημύδα, σημύδας, σημύδων, η σημύδα, από σημύδα
  • бисер στα ελληνικά - κάστορας, χάντρες, σφαιρίδια, σφαιριδίων, σφαιρία, χάνδρες
Τυχαίες λέξεις
Поносить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουβαλώ, κατάχρηση, καταχρώμαι, καταριέμαι, λοιδορία, προπηλακίζω, βρίζω, μεταφέρω, ονειδίζουν, ονειδίζουν τον, χλευάζουν, υβρίζει