Популяризовать στα ελληνικά

Μετάφραση: популяризовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πουλώ, εκποιώ, λαϊκόν, διαδώσει, εκλαϊκεύσουμε, να διαδώσει, διαδώσει την
Популяризовать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анализирует στα ελληνικά - αναλύσεις, αναλύσεων, αναλύει, ανάλυση, τις αναλύσεις
  • выше στα ελληνικά - άνω, το παραπάνω, η παραπάνω, η ανωτέρω, τα παραπάνω, το ανωτέρω
  • двубортный στα ελληνικά - σταυρωτό, σταυρωτά, σταυρωτός
  • дремать στα ελληνικά - υπνάκος, χνούδι, υπνάκο, ΕΣΔ, ΝΑΡ, NAP
Τυχαίες λέξεις
Популяризовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πουλώ, εκποιώ, λαϊκόν, διαδώσει, εκλαϊκεύσουμε, να διαδώσει, διαδώσει την