Последующий στα ελληνικά
Μετάφραση: последующий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετά, ακολουθία, παρακολούθηση, μεταγενέστερος, οπαδοί, αλλεπάλληλος, επόμενος, διαδοχικός, μετά από, μετά την, αφού, από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анабаптист στα ελληνικά - Αναβαπτιστών, των Αναβαπτιστών
- всучить στα ελληνικά - επιβάλλω, παρεισάγω, πασάρω, πασάρουν, φορτώσει, πασάρουν οι
- диэлектрический στα ελληνικά - διηλεκτρικός, διηλεκτρικό, διηλεκτρική, διηλεκτρικού, διηλεκτρικής
- думать στα ελληνικά - προτίμηση, παραδόπιστος, φαντάζομαι, υπολογίζω, γουστάρω, φανταστικός, προσδοκώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Последующий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετά, ακολουθία, παρακολούθηση, μεταγενέστερος, οπαδοί, αλλεπάλληλος, επόμενος, διαδοχικός, μετά από, μετά την, αφού, από
Μεταφράσεις: μετά, ακολουθία, παρακολούθηση, μεταγενέστερος, οπαδοί, αλλεπάλληλος, επόμενος, διαδοχικός, μετά από, μετά την, αφού, από