Построить στα ελληνικά
Μετάφραση: построить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορμοστασιά, χτίζω, ανάστημα, οικοδομώ, κατασκευάζω, μπόι, συγκέντρωση, δημιουργία, τη δημιουργία, δημιουργήσει, δημιουργήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балканский στα ελληνικά - Βαλκανίων, των Βαλκανίων, Βαλκανικό, βαλκανικές, Βαλκανικών
- безвкусность στα ελληνικά - tastelessness
- браковать στα ελληνικά - αποφάγια, έλλειψη, υστέρημα, ρίξιμο, επιτελείο, καταδικάζω, βολή, ...
- бровка στα ελληνικά - περιστόμιο, ρέλι, χείλος, σύνορο, μεθόριος, άκρη, μέτωπο, ...
Τυχαίες λέξεις
Построить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορμοστασιά, χτίζω, ανάστημα, οικοδομώ, κατασκευάζω, μπόι, συγκέντρωση, δημιουργία, τη δημιουργία, δημιουργήσει, δημιουργήσουν
Μεταφράσεις: κορμοστασιά, χτίζω, ανάστημα, οικοδομώ, κατασκευάζω, μπόι, συγκέντρωση, δημιουργία, τη δημιουργία, δημιουργήσει, δημιουργήσουν