Постройка στα ελληνικά
Μετάφραση: постройка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατασκευή, ανέγερση, δομή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση
Μεταφράσεις
- библиографический στα ελληνικά - βιβλιογραφική, βιβλιογραφικές, βιβλιογραφικά, βιβλιογραφικών, βιβλιογραφικής
- библиотекарь στα ελληνικά - βιβλιοθηκάριος, βιβλιοθηκονόμος, βιβλιοθηκονόμο, βιβλιοθηκονόμου, βιβλιοθηκάριο
- божий στα ελληνικά - θεϊκός, θεσπέσιος, θείος, θεία, θεϊκή, θείας
- водиться στα ελληνικά - είμαι, φωλιάζω, φυγαδεύω, βρίσκομαι, συνέταιρος, λιμάνι, διανύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Постройка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατασκευή, ανέγερση, δομή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση
Μεταφράσεις: κατασκευή, ανέγερση, δομή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση