Потоптаться στα ελληνικά

Μετάφραση: потоптаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτόσημα, μόρτης, αγύρτης, αλήτης, γραμματόσημο, ποδοπατώ, τσαλαπατώ, ποδοπατούν, ποδοπατήσουν, ποδοπατήσει
Потоптаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гей στα ελληνικά - ομοφυλόφιλος, gay, Φιλικό προς τους, γκέι, Φιλικό προς
  • гидроокись στα ελληνικά - υδροξείδιο, υδροξειδίου, υδροξειδίου του, υδροξείδιο του, το υδροξείδιο
  • депозитарий στα ελληνικά - αποθήκη, θεματοφυλάκιο, Αποθετήριο, θεματοφύλακα, Αποθετηρίου
  • забавный στα ελληνικά - αστείος, ευτράπελος, κωμικός, περίεργος, Αστεία, αστείο, Funny, ...
Τυχαίες λέξεις
Потоптаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτόσημα, μόρτης, αγύρτης, αλήτης, γραμματόσημο, ποδοπατώ, τσαλαπατώ, ποδοπατούν, ποδοπατήσουν, ποδοπατήσει