Потрескивание στα ελληνικά
Μετάφραση: потрескивание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κροτάλισμα, τρίξιμο, τριζοβολώ, crackle, τριγμός, τριζοβόλημα, τριγμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсурд στα ελληνικά - γελοιότητα, βλακείες, ανοησίες, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, ...
- беспошлинный στα ελληνικά - αφορολόγητων, αφορολογήτων, αδασμολόγητη, αφορολόγητων ειδών, χωρίς δασμούς
- бирманский στα ελληνικά - Βιρμανίας, της Βιρμανίας, βιρμανικές, βιρμανικό, βιρμανική
- дамаск στα ελληνικά - Δαμάσκο, Δαμασκό, Δαμασκού, Δαμασκός, τη Δαμασκό
Τυχαίες λέξεις
Потрескивание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κροτάλισμα, τρίξιμο, τριζοβολώ, crackle, τριγμός, τριζοβόλημα, τριγμού
Μεταφράσεις: κροτάλισμα, τρίξιμο, τριζοβολώ, crackle, τριγμός, τριζοβόλημα, τριγμού