Поцеловать στα ελληνικά
Μετάφραση: поцеловать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φίλημα, φιλώ, φιλί, το φιλί, φιλί για, kiss
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аскетический στα ελληνικά - ασκητικός, αυστηρός, ασκητής, ασκητική, ασκητή, ασκητικό
- гелиогравюра στα ελληνικά - φωτοχαρακτική, φωτοχάραξης, φωτοχάραξης με, φωτοχάραξη, με φωτοχάραξη
- глядеться στα ελληνικά - βλέμμα, φαίνομαι, κοιτάζω, ρολόι, παρακολουθώ, φρουρά, εμφάνιση, ...
- желтофиоль στα ελληνικά - μη χορεύων θεατής χορού, wallflower, χορεύων θεατής χορού, θεατής της γαμήλιας προετοιμασίας
Τυχαίες λέξεις
Поцеловать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φίλημα, φιλώ, φιλί, το φιλί, φιλί για, kiss
Μεταφράσεις: φίλημα, φιλώ, φιλί, το φιλί, φιλί για, kiss