Практично στα ελληνικά

Μετάφραση: практично, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδόν, ουσιαστικά, πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
Практично στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безответственность στα ελληνικά - ανευθυνότητα, ανευθυνότητας, η ανευθυνότητα, την ανευθυνότητα, ανευθυνότητά
  • всемогущество στα ελληνικά - παντοδυναμία, παντοδυναμίας, την παντοδυναμία, της παντοδυναμίας, παντοδυναμία του
  • герундив στα ελληνικά - gerundive
  • грошовый στα ελληνικά - άχρηστος, μικροπρεπής, φτηνός, ημιπέννιο, Halfpenny
Τυχαίες λέξεις
Практично στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδόν, ουσιαστικά, πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά