Ουσιαστικά στα ρωσικά

Μετάφραση: ουσιαστικά, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
почти, действительно, существенно, практично, фактически, практически, по существу, существу, в основном
Ουσιαστικά στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιαστικά

ουσιαστικά α κλίσης, ουσιαστικά ασκήσεις γ δημοτικού, ουσιαστικά β κλίσης, ουσιαστικά γ κλίσης, ουσιαστικά σε ειο, ουσιαστικά λεξικό γλώσσας ρωσικά, ουσιαστικά στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ουρλιάζω στα ρωσικά - вить, взвывать, выть, разреветься, вопль, вой, взвыть, ...
  • ουσία στα ρωσικά - действительность, естество, реальность, имущество, суть, субстанция, плотность, ...
  • ουσιαστικό στα ρωσικά - самостоятельный, значительный, существенный, субстантивный, существительное, независимый, важный, ...
  • ουσιαστικός στα ρωσικά - значительный, состоятельный, существенный, усиленный, прочный, важный, содержательный, ...
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικά στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: почти, действительно, существенно, практично, фактически, практически, по существу, существу, в основном