Пребывание στα ελληνικά

Μετάφραση: пребывание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατριβή, κατοικία, μένω, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
Пребывание στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • веснушчатый στα ελληνικά - φακιδωμένος, φακίδες, τις φακίδες, με τις φακίδες
  • волынь στα ελληνικά - βιολί, Volyn, Βόλιν, Βολύν
  • денационализировать στα ελληνικά - απεθνικοποιώ
  • договорённость στα ελληνικά - κατανόηση, συμφωνία, σύμβαση, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
Τυχαίες λέξεις
Пребывание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατριβή, κατοικία, μένω, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει