Преуспевание στα ελληνικά
Μετάφραση: преуспевание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προοδεύω, ευημερία, επίτευξη, πρόοδος, ευημερίας, την ευημερία, της ευημερίας, η ευημερία
Μεταφράσεις
- безвозмездный στα ελληνικά - αυτεξούσιος, δωρεάν, τσάμπα, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
- бомбардировка στα ελληνικά - βομβαρδισμός, βομβιστική επίθεση, βομβαρδισμούς, βομβαρδισμό, βομβαρδισμού
- вояка στα ελληνικά - πολεμιστής, πετεινός, κόκορας, στρατιώτης, μαχητής, μαχητή, μαχητικό, ...
- грабить στα ελληνικά - λεφτά, απολύω, λάφυρα, ξεγυμνώνω, λεηλατώ, ληστεύω, ράμπα, ...
Τυχαίες λέξεις
Преуспевание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προοδεύω, ευημερία, επίτευξη, πρόοδος, ευημερίας, την ευημερία, της ευημερίας, η ευημερία
Μεταφράσεις: προοδεύω, ευημερία, επίτευξη, πρόοδος, ευημερίας, την ευημερία, της ευημερίας, η ευημερία