Преходящий στα ελληνικά
Μετάφραση: преходящий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέρασμα, κοσμικός, περαστικός, χρονικός, φυλλοβόλος, εγκόσμιος, εύθραυστος, παροδικός, μεταβατική, μεταβατικό, παροδική, μεταβατικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балалайка στα ελληνικά - μπαλαλάικα, Balalaika
- верёвка στα ελληνικά - κουλούρα, πηνίο, σκοινί, σχοινί, σχοινιού, σχοινιά, σχοινιών
- водиться στα ελληνικά - είμαι, φωλιάζω, φυγαδεύω, βρίσκομαι, συνέταιρος, λιμάνι, διανύω, ...
- горчичница στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
Τυχαίες λέξεις
Преходящий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέρασμα, κοσμικός, περαστικός, χρονικός, φυλλοβόλος, εγκόσμιος, εύθραυστος, παροδικός, μεταβατική, μεταβατικό, παροδική, μεταβατικές
Μεταφράσεις: πέρασμα, κοσμικός, περαστικός, χρονικός, φυλλοβόλος, εγκόσμιος, εύθραυστος, παροδικός, μεταβατική, μεταβατικό, παροδική, μεταβατικές