Приделать στα ελληνικά
Μετάφραση: приделать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, τοποθετώ, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выгребать στα ελληνικά - μετακομίζω, φτυάρι, φτυαριστές, φτυαριού, φτυάρι για
- выкинуть στα ελληνικά - αποβάλλω, ρίχνω, πετώ, πέταγμα, εγκαταλείπουν, εγκατάλειψης, εγκαταλείπουν το, ...
- дезавуировать στα ελληνικά - αποκηρύσσω, αποκηρύττω, αρνούμαι, αποκηρύξει, αποκηρύσσουν, αποκηρύξετε
- дельтаплан στα ελληνικά - Αιωρόπτερα
Τυχαίες λέξεις
Приделать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, τοποθετώ, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
Μεταφράσεις: βάζω, τοποθετώ, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε