Прикосновенность στα ελληνικά
Μετάφραση: прикосновенность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέπεια, υπόνοια, υπαινιγμός, επιπτώσεις, επίπτωση, σιωπηρώς, εμμέσως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бархатистый στα ελληνικά - απαλός, στιλπνός, βελούδινη, βελούδινο, βελούδινα, βελούδινες, βελούδινη και
- бомбометатель στα ελληνικά - βομβιστής, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστικό αεροπλάνο, βομβιστή, βομβαρδιστικών αεροπλάνων
- вечность στα ελληνικά - αιωνιότητα, την αιωνιότητα, αιωνιότητας, αιώνια, στην αιωνιότητα
- дельфин-белобочка στα ελληνικά - δελφίνι, Dolphin, δελφινιών, δελφίνια, των δελφινιών
Τυχαίες λέξεις
Прикосновенность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέπεια, υπόνοια, υπαινιγμός, επιπτώσεις, επίπτωση, σιωπηρώς, εμμέσως
Μεταφράσεις: συνέπεια, υπόνοια, υπαινιγμός, επιπτώσεις, επίπτωση, σιωπηρώς, εμμέσως