Примочка στα ελληνικά
Μετάφραση: примочка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλύνω, πλένω, λοσιόν, λοσιόν για, γαλάκτωμα, κρέμα, λοσιόν που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- византийский στα ελληνικά - βυζαντινός, Βυζαντινή, Βυζαντινής, Βυζαντινό, βυζαντινές
- возводить στα ελληνικά - ανεγείρω, ορθώνω, αναστηλώνω, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, ...
- выточка στα ελληνικά - σηκός, εσοχή, εσοχής, υποδοχή, εγκοπή, κοιλότητα
- гарцевать στα ελληνικά - ανορθούμαι, υπερήφανος, κορδώνομαι, πήδημα ίππου, αναπηδώ
Τυχαίες λέξεις
Примочка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλύνω, πλένω, λοσιόν, λοσιόν για, γαλάκτωμα, κρέμα, λοσιόν που
Μεταφράσεις: πλύνω, πλένω, λοσιόν, λοσιόν για, γαλάκτωμα, κρέμα, λοσιόν που