Принцип στα ελληνικά
Μετάφραση: принцип, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωμικό, θεμελιώδης, δόγμα, κανόνας, ιθύνω, βασιλεύω, αποφασίζω, αρχή, ουσιώδης, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- впечатление στα ελληνικά - επενέργεια, επενεργώ, πεποίθηση, αίσθημα, εντυπωσιάζω, αντίληψη, εντύπωση, ...
- вымешивать στα ελληνικά - μαλάζω, vymeshivat
- еда στα ελληνικά - σάρκα, φαγητό, πετώ, θρέψη, τροφή, γεύμα, κρέας, ...
- забвение στα ελληνικά - λησμονιά, λήθη, λήθης, τη λήθη, αφάνεια
Τυχαίες λέξεις
Принцип στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωμικό, θεμελιώδης, δόγμα, κανόνας, ιθύνω, βασιλεύω, αποφασίζω, αρχή, ουσιώδης, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Μεταφράσεις: γνωμικό, θεμελιώδης, δόγμα, κανόνας, ιθύνω, βασιλεύω, αποφασίζω, αρχή, ουσιώδης, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν