Θεμελιώδης στα ρωσικά

Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
существенный, коренной, принцип, принципиальный, кардинальный, основополагающий, фундаментальный, основной, основный, фундаментальная, фундаментальное, фундаментальной
Θεμελιώδης στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης

θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας ρωσικά, θεμελιώδης στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • θεμέλιο στα ρωσικά - канва, фундамент, грунт, организация, грация, устой, устои, ...
  • θεματοφύλακας στα ρωσικά - опекунша, куратор, государство, опекун, попечитель, доверитель, администратор, ...
  • θεμιτός στα ρωσικά - законный, дозволенный, законное, законным, законными, легитимным
  • θεολογία στα ρωσικά - богословие, теология, богослов, теологии, богословия, теологию
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: существенный, коренной, принцип, принципиальный, кардинальный, основополагающий, фундаментальный, основной, основный, фундаментальная, фундаментальное, фундаментальной