Приукрасить στα ελληνικά

Μετάφραση: приукрасить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλαδεύω, κοσμώ, στολίζω, κουρεύω, διακοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, ψαλιδίζω, κομψός, εξωραΐσει, στολίζουν, κοσμούν, ομορφαίνουν, ομορφύνω
Приукрасить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • батальон στα ελληνικά - τάγμα, τάγματος, $ ο τάγμα, το τάγμα, ο τάγμα
  • буер στα ελληνικά - βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
  • горланить στα ελληνικά - κραυγή, φωνάζω, στριγγλίζω, στριγκλίζω, αναφωνώ, κραυγάζω
  • десятиугольник στα ελληνικά - δεκαγώνο, δεκάγωνο
Τυχαίες λέξεις
Приукрасить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλαδεύω, κοσμώ, στολίζω, κουρεύω, διακοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, ψαλιδίζω, κομψός, εξωραΐσει, στολίζουν, κοσμούν, ομορφαίνουν, ομορφύνω