Пришлый στα ελληνικά
Μετάφραση: пришлый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωγήινος, ξένος, εξωτερικός, αλλοδαπός, περίεργος, παράξενος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένα, εξωγήινων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бакшиш στα ελληνικά - baksheesh
- бортпроводник στα ελληνικά - αεροσυνοδός, αεροσυνοδό, αεροσυνοδού, υπάλληλος πτήσης, την αεροσυνοδό
- гусыня στα ελληνικά - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
- дежурный στα ελληνικά - τακτικός, ομαλός, μετά, επόμενος, δασμός, φόρος, δασμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Пришлый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωγήινος, ξένος, εξωτερικός, αλλοδαπός, περίεργος, παράξενος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένα, εξωγήινων
Μεταφράσεις: εξωγήινος, ξένος, εξωτερικός, αλλοδαπός, περίεργος, παράξενος, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένα, εξωγήινων