Продвигать στα ελληνικά
Μετάφραση: продвигать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προωθώ, περαιτέρω, διευκολύνω, σπρώξιμο, σπρώχνω, προάγω, παραπέρα, μακρύτερος, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вьющийся στα ελληνικά - σγουρός, κατσαρός, κέρλινγκ, curling, κατσαρώματος, κατσάρωμα, κατσαρώνοντας
- грамм-молекула στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
- гусеница στα ελληνικά - πίστα, κάμπια, ίχνη, προνύμφη, μονοπάτι, Caterpillar, της Caterpillar, ...
- детишки στα ελληνικά - παιδιά, τα παιδιά, παιδιών, παιδική, κατσίκια
Τυχαίες λέξεις
Продвигать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προωθώ, περαιτέρω, διευκολύνω, σπρώξιμο, σπρώχνω, προάγω, παραπέρα, μακρύτερος, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Μεταφράσεις: προωθώ, περαιτέρω, διευκολύνω, σπρώξιμο, σπρώχνω, προάγω, παραπέρα, μακρύτερος, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν