Прокат στα ελληνικά

Μετάφραση: прокат, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοίκι, διανομή, κατανομή, ενοίκιο, κύλινδρος, ενοικιάζω, μίσθωση, κυλώ, ψωμάκι, εκμίσθωση, νοικιάζω, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Прокат στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бирманский στα ελληνικά - Βιρμανίας, της Βιρμανίας, βιρμανικές, βιρμανικό, βιρμανική
  • венечный στα ελληνικά - στεφάνης του στέμματος, στεφανιαία, στεφανιαίες, στεφανιαίο, μυλικό
  • волеизъявление στα ελληνικά - προστάζω, διατάζω, ευχαρίστηση, αρέσκεια, θέληση, ηδονή, προαίρεση, ...
  • востребование στα ελληνικά - ζητώ, ζήτηση, απαιτώ, απαίτηση, vostrebovanie
Τυχαίες λέξεις
Прокат στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοίκι, διανομή, κατανομή, ενοίκιο, κύλινδρος, ενοικιάζω, μίσθωση, κυλώ, ψωμάκι, εκμίσθωση, νοικιάζω, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος