Проникновение στα ελληνικά

Μετάφραση: проникновение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αίσθημα, όραμα, διείσδυση, συναίσθημα, όραση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
Проникновение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буксировка στα ελληνικά - ρυμουλκώ, στουπί, ρυμούλκηση, ρυμούλκησης, έλξης, έλκοντος, ρυμουλκού
  • втачать στα ελληνικά - ραφή, ράβω, βελονιά, Στιτς, Stitch, βελονιάς, ραφής
  • выкорчевывать στα ελληνικά - ρίζα, εκρίζω, ξεριζώνω, ξεριζώσουν, ξεριζώσει, ξεριζώσουμε
  • глубокий στα ελληνικά - βαθυστόχαστος, δριμύς, αυστηρός, οξυδερκής, ήχος, φωνή, ενδιαφερόμενος, ...
Τυχαίες λέξεις
Проникновение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αίσθημα, όραμα, διείσδυση, συναίσθημα, όραση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης