Просроченный στα ελληνικά
Μετάφραση: просроченный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποστηρίζω, μπαγιάτικος, πλάτη, ενισχύω, εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бедлам στα ελληνικά - τρελοκομείο, φρενοκομείο, Bedlam, κομφούζιο, φασαρία
- восхищение στα ελληνικά - ευφροσύνη, έκσταση, θαυμασμός, ηδονή, εντρυφώ, χαρά, θαυμασμό, ...
- выселение στα ελληνικά - αποβολή, απέλαση, έξωση, έξωσης, εκδίωξη, εξώσεις, την έξωση
- державный στα ελληνικά - αυτεξούσιος, κρατίδιο, κράτος, ηγεμόνας, κυρίαρχος, κυρίαρχο, κυρίαρχα, ...
Τυχαίες λέξεις
Просроченный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, μπαγιάτικος, πλάτη, ενισχύω, εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, μπαγιάτικος, πλάτη, ενισχύω, εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων