Протаскать στα ελληνικά

Μετάφραση: протаскать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάταξη, protaskat
Протаскать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анатомия στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
  • ватикан στα ελληνικά - Βατικανό, Βατικανού, του Βατικανού, vatican, Βατικάνου
  • деканский στα ελληνικά - δεκανάλης, δεκανάλη, δεκαναλ, δεκανάλ, η δεκανάλη
Τυχαίες λέξεις
Протаскать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάταξη, protaskat