Протопить στα ελληνικά
Μετάφραση: протопить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, protopit
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бедрок στα ελληνικά - ράφι, υπόβαθρο, βραχώδες υπόστρωμα, θεμέλιο, βράχο, φυσικό βράχο
- выколупывать στα ελληνικά - μαζεύω, κασμάς, συλλέγω, vykolupyvat
- девон στα ελληνικά - Devon, Ντέβον, του Ντέβον, το Ντέβον
- диетный στα ελληνικά - θρεπτικός, θρεπτική, διατροφική, διατροφικές, θρεπτικές, διατροφικής
Τυχαίες λέξεις
Протопить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, protopit
Μεταφράσεις: θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, protopit