Пузо στα ελληνικά
Μετάφραση: пузо, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκοίλι, κοιλιά, υπογάστριο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автомашина στα ελληνικά - κούρσα, φορτηγό, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
- безличный στα ελληνικά - απρόσωπος, απρόσωπη, απρόσωπο, απρόσωπες, απρόσωπα
- боязливый στα ελληνικά - ντροπαλός, συνεσταλμένος, φοβισμένος, δειλός, άτολμος, άτολμους, ο άτολμος, ...
- двигательный στα ελληνικά - μοτέρ, κινητήρας, κινητήρα, με κινητήρα, οχημάτων
Τυχαίες λέξεις
Пузо στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκοίλι, κοιλιά, υπογάστριο
Μεταφράσεις: προκοίλι, κοιλιά, υπογάστριο