Пустословить στα ελληνικά
Μετάφραση: пустословить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κελαρύζω, κουτσομπόλης, κράζω, φλυαρώ, κουτσομπολεύω, ασυναρτησίες, κουτσομπολιό, τρίζω, καμποτίνος, σαχλαμάρες, ανοησίες, μωρολογία, ανοησία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блеск στα ελληνικά - λούστρο, πυρακτωμένος, αγριοκοιτάζω, φεγγοβολώ, λάμψη, ματιά, γυαλάδα, ...
- вперить στα ελληνικά - φτιάχνω, για, για την, για τη, για το, για τις
- грозовой στα ελληνικά - μακάβριος, θυελλώδης καιρός, τοπικές καταιγίδες, καταιγίδες, thundery
- жидкость στα ελληνικά - ύδωρ, υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών
Τυχαίες λέξεις
Пустословить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κελαρύζω, κουτσομπόλης, κράζω, φλυαρώ, κουτσομπολεύω, ασυναρτησίες, κουτσομπολιό, τρίζω, καμποτίνος, σαχλαμάρες, ανοησίες, μωρολογία, ανοησία
Μεταφράσεις: κελαρύζω, κουτσομπόλης, κράζω, φλυαρώ, κουτσομπολεύω, ασυναρτησίες, κουτσομπολιό, τρίζω, καμποτίνος, σαχλαμάρες, ανοησίες, μωρολογία, ανοησία