Разгружать στα ελληνικά
Μετάφραση: разгружать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδειάζω, ξεφορτώνομαι, πετώ, απεργία, ρίχνω, εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, χτυπώ, απολύω, ξεφορτώνω, ξεφορτώσουν, ξεφορτώνουν, ξεφορτώσει, εκφορτώσει, την εκφόρτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боковушка στα ελληνικά - περιθώριο, marginalia
- выть στα ελληνικά - κερδίζω, στριγγλίζω, μουγκρητό, στενάζω, μουγκρίζω, ουρλιάζω, ουρλιαχτό, ...
- гипсометрический στα ελληνικά - υψομετρικές, υψομετρικό, υψομετρικής, υψομετρική, υψομετρικών
- григорий στα ελληνικά - Γρηγόριος, Gregory, Γρηγορίου, Γρηγόρης, Γρηγόριο
Τυχαίες λέξεις
Разгружать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδειάζω, ξεφορτώνομαι, πετώ, απεργία, ρίχνω, εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, χτυπώ, απολύω, ξεφορτώνω, ξεφορτώσουν, ξεφορτώνουν, ξεφορτώσει, εκφορτώσει, την εκφόρτωση
Μεταφράσεις: αδειάζω, ξεφορτώνομαι, πετώ, απεργία, ρίχνω, εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, χτυπώ, απολύω, ξεφορτώνω, ξεφορτώσουν, ξεφορτώνουν, ξεφορτώσει, εκφορτώσει, την εκφόρτωση