Раздольный στα ελληνικά
Μετάφραση: раздольный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, ανέμελος, ξέγνοιαστος, αμέριμνος, Razdolny
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алкалоид στα ελληνικά - αλκαλοειδές, αλκαλοειδούς, αλκαλοειδών, αλκαλοειδή, αλκαλοειδές που
- антипассат στα ελληνικά - antitrade
- вафля στα ελληνικά - όστια, πλακιδίων, γκοφρέτα, βάφρας, wafer
- гегемон στα ελληνικά - ηγεμονία, αρχηγός, ηγεμόνας, εξουσία, κύρος, κυριαρχία, ηγήτορας, ...
Τυχαίες λέξεις
Раздольный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, ανέμελος, ξέγνοιαστος, αμέριμνος, Razdolny
Μεταφράσεις: δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, ανέμελος, ξέγνοιαστος, αμέριμνος, Razdolny