Размышлять στα ελληνικά
Μετάφραση: размышлять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερδοσκοπώ, αναχαράζω, αντικατοπτρίζω, εικάζω, συλλογίζομαι, μελαγχολώ, νομίζω, τσούρμο, διαλογίζομαι, σκέπτομαι, σκέφτομαι, σταθμίζω, αντανακλώ, αναμετρώ, ζυγιάζω, διαλογίζεται, meditate, διαλογίζονται, διαλογιστείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атеистический στα ελληνικά - άθεος, αθεϊστική, αθεϊστικές, αθεϊστικών, αθεϊστικό
- болезненный στα ελληνικά - φίνος, γκρίζος, φαιός, αδύναμος, ασθενικός, οδυνηρός, οργισμένος, ...
- буревестник στα ελληνικά - θαλασσοβάτης, petrel, petrel όσο
- вектор στα ελληνικά - διάνυσμα, φορέα, φορέας, διανυσματικά, τον φορέα
Τυχαίες λέξεις
Размышлять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερδοσκοπώ, αναχαράζω, αντικατοπτρίζω, εικάζω, συλλογίζομαι, μελαγχολώ, νομίζω, τσούρμο, διαλογίζομαι, σκέπτομαι, σκέφτομαι, σταθμίζω, αντανακλώ, αναμετρώ, ζυγιάζω, διαλογίζεται, meditate, διαλογίζονται, διαλογιστείτε
Μεταφράσεις: κερδοσκοπώ, αναχαράζω, αντικατοπτρίζω, εικάζω, συλλογίζομαι, μελαγχολώ, νομίζω, τσούρμο, διαλογίζομαι, σκέπτομαι, σκέφτομαι, σταθμίζω, αντανακλώ, αναμετρώ, ζυγιάζω, διαλογίζεται, meditate, διαλογίζονται, διαλογιστείτε