Раскатывать στα ελληνικά
Μετάφραση: раскатывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρατάσσω, ψωμάκι, κύλινδρος, κυλώ, ξεδιπλώνω, ανοίγουμε, αναπτύξουν, επεκτείνει σταδιακά, να επεκτείνει σταδιακά, της τροχοδρόμησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астрологический στα ελληνικά - αστρολογικές, αστρολογικό, αστρολογικά, αστρολογικών, αστρολογική
- бесчеловечие στα ελληνικά - απανθρωπία, απανθρωπιά, απανθρωπιάς, την απανθρωπιά, απάνθρωπο
- букинист στα ελληνικά - μεταχειρισμένα, μεταχειρισμένων, παθητικό, το παθητικό, τα μεταχειρισμένα
- довольство στα ελληνικά - ικανοποιημένος, ικανοποιημένο, ευχαριστημένος, πλούτος, αφθονία, άφθονος, ευγονία, ...
Τυχαίες λέξεις
Раскатывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρατάσσω, ψωμάκι, κύλινδρος, κυλώ, ξεδιπλώνω, ανοίγουμε, αναπτύξουν, επεκτείνει σταδιακά, να επεκτείνει σταδιακά, της τροχοδρόμησης
Μεταφράσεις: παρατάσσω, ψωμάκι, κύλινδρος, κυλώ, ξεδιπλώνω, ανοίγουμε, αναπτύξουν, επεκτείνει σταδιακά, να επεκτείνει σταδιακά, της τροχοδρόμησης