Распоряжаться στα ελληνικά

Μετάφραση: распоряжаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσταγή, εξουσιάζω, εντολή, παραγγέλλω, παραγγελία, έλεγχος, απορρίπτετε, διαθέσει, διαθέτει, τη διάθεση των, πετάτε
Распоряжаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • агроном στα ελληνικά - αγρονόμος, γεωπόνος, γεωπόνο, γεωπόνου, αγρονόμου
  • алан στα ελληνικά - Alan, Ο Alan, Άλαν, τον Alan, του Alan
  • венчаться στα ελληνικά - παντρεύομαι, είμαι, βρίσκομαι, διανύω, παντρευτούν, να παντρευτούν, παντρεύονται, ...
  • вертун στα ελληνικά - Vertunov
Τυχαίες λέξεις
Распоряжаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσταγή, εξουσιάζω, εντολή, παραγγέλλω, παραγγελία, έλεγχος, απορρίπτετε, διαθέσει, διαθέτει, τη διάθεση των, πετάτε