Рудник στα ελληνικά

Μετάφραση: рудник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάκκος, κοιλότητα, παραγωγός, ορυχείο, μεταλλείο, νάρκη, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
Рудник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вмешательство στα ελληνικά - διαπλοκή, μεσολάβηση, διακοπή, εισβολή, παρεμβολή, παρέμβαση, παρέμβασης, ...
  • волочить στα ελληνικά - σέρνω, ίχνος, μονοπάτι, ζωγραφίζω, επισύρω, τραβώ, έλκω, ...
  • дельтовидный στα ελληνικά - δελτοειδής, δελτοειδή, δελτοειδούς, δελτοειδούς μυός, δελτοειδή μυ
  • завладение στα ελληνικά - κατοχή, επάγγελμα, κατάληψη, απόκτηση, εξαγορά, απόκτησης, αγορά, ...
Τυχαίες λέξεις
Рудник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάκκος, κοιλότητα, παραγωγός, ορυχείο, μεταλλείο, νάρκη, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου