Салфеточка στα ελληνικά
Μετάφραση: салфеточка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, συγυρισμένος, πετσετάκι, doily
Μεταφράσεις
- амур στα ελληνικά - αγαπώ, αγάπη, έρωτας, Έρως, Cupid, Έρωτα, θεού Έρωτα
- банкет στα ελληνικά - ευωχούμαι, πανηγύρι, πανδαισία, συμπόσιο, επίσημων, προετοιμασίας επίσημων δείπνων, δεξιώσεων, ...
- водворить στα ελληνικά - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
- гастроль στα ελληνικά - ταξίδι, γύρος, περιοδεύω, περιοδεία, περιήγηση, ξενάγηση, περιοδειών, ...
Τυχαίες λέξεις
Салфеточка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, συγυρισμένος, πετσετάκι, doily
Μεταφράσεις: τακτοποιώ, συγυρίζω, αρκετός, συγυρισμένος, πετσετάκι, doily