Сводничать στα ελληνικά
Μετάφραση: сводничать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκμαυλίζω, μαστροπός, νταβατζής, νταβατζή, μαστροπό, τον μαστροπό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богоявление στα ελληνικά - Θεοφάνια, Θεοφανείων, Θεοφανίων, των Θεοφανίων, των Φώτων
- деликатность στα ελληνικά - λιχουδιά, λεπτότητα, διπλωματικότητα, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
- ежегодный στα ελληνικά - ετήσιος, ετήσια, επέτειος, ετήσιες, ετήσιο, ετήσιας
- заваливаться στα ελληνικά - πτώση, βυθίζω, εκπίπτω, καταρρέω, σωριάζομαι, πέφτω, βυθίζομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Сводничать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκμαυλίζω, μαστροπός, νταβατζής, νταβατζή, μαστροπό, τον μαστροπό
Μεταφράσεις: εκμαυλίζω, μαστροπός, νταβατζής, νταβατζή, μαστροπό, τον μαστροπό