Сетовать στα ελληνικά

Μετάφραση: сетовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυπάμαι, παραπονιέμαι, λύπη, οδυρμός, πενθώ, κλαίω, μετανιώνω, μοιρολογώ, θρηνώ, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί
Сетовать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • англиканский στα ελληνικά - Αγγλικανική, Αγγλικανικής, Αγγλικανός, Αγγλικανικός, την Αγγλικανική
  • баскетбол στα ελληνικά - μπάσκετ, το μπάσκετ, καλαθοσφαίρισης, καλαθοσφαίριση, του μπάσκετ
  • бикарбонат στα ελληνικά - διττανθρακικό, όξινο ανθρακικό, όξινο, διττανθρακικού, όξινου ανθρακικού
  • войлок στα ελληνικά - τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
Τυχαίες λέξεις
Сетовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυπάμαι, παραπονιέμαι, λύπη, οδυρμός, πενθώ, κλαίω, μετανιώνω, μοιρολογώ, θρηνώ, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί