Сеяться στα ελληνικά
Μετάφραση: сеяться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψιλοβρέχω, ψιλοβρόχι, σπαρθεί, σπαρεί, σπέρνονται, που έχουν σπαρθεί, έχουν σπαρθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- берется στα ελληνικά - λαμβάνεται, λαμβάνονται, ληφθεί, ληφθούν, που
- брюссель στα ελληνικά - Βρυξέλλες, Βρυξελλών, των Βρυξελλών, στις βρυξέλλες, brussels
- вероломный στα ελληνικά - ψευδής, αναληθής, ψεύτικος, επίβουλος, λάθος, προδοτικός, ύπουλος, ...
- громоздиться στα ελληνικά - συσσωρεύω, πύργος, συσσωρεύονται, πασσαλόπηξης, το καρφωμα, καρφωμα, πασσάλων
Τυχαίες λέξεις
Сеяться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψιλοβρέχω, ψιλοβρόχι, σπαρθεί, σπαρεί, σπέρνονται, που έχουν σπαρθεί, έχουν σπαρθεί
Μεταφράσεις: ψιλοβρέχω, ψιλοβρόχι, σπαρθεί, σπαρεί, σπέρνονται, που έχουν σπαρθεί, έχουν σπαρθεί