Склон στα ελληνικά
Μετάφραση: склон, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, κλίνω, κατηφορίζω, κλυδωνίζομαι, ώμος, ξεπεσμός, πλαγιά, βαθμολογώ, καταγωγή, προκατάληψη, κατήφορος, τάση, ροπή, λοφοπλαγιά, πλευρά, σπάλα, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- готический στα ελληνικά - γοτθικό, γοτθικός, Γοτθική, γοτθικής, γοτθικού
- грузин στα ελληνικά - Γεωργιανά, γεωργιανό, γεωργιανή, γεωργιανές, γεωργιανού
- двоедушный στα ελληνικά - δίγνωμους
- дегенеративный στα ελληνικά - έκφυλος, εκφυλίζομαι, εκφυλιστική, εκφυλιστικές, εκφυλιστικών, εκφυλιστικής, των εκφυλιστικών
Τυχαίες λέξεις
Склон στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, κλίνω, κατηφορίζω, κλυδωνίζομαι, ώμος, ξεπεσμός, πλαγιά, βαθμολογώ, καταγωγή, προκατάληψη, κατήφορος, τάση, ροπή, λοφοπλαγιά, πλευρά, σπάλα, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Μεταφράσεις: γέρνω, κλίνω, κατηφορίζω, κλυδωνίζομαι, ώμος, ξεπεσμός, πλαγιά, βαθμολογώ, καταγωγή, προκατάληψη, κατήφορος, τάση, ροπή, λοφοπλαγιά, πλευρά, σπάλα, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς