Скорбеть στα ελληνικά
Μετάφραση: скорбеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πενθώ, κλαίω, θρηνώ, μοιρολογώ, θρηνούν, θρηνήσουν, πενθήσουν
Μεταφράσεις
- белокожий στα ελληνικά - λευκό, άσπρος, ξανθός, λευκός, ξανθιά, ξανθά, ξανθό, ...
- догма στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, το δόγμα, δόγματα
- долото στα ελληνικά - σμίλη, λαξεύω, καλέμι, κοπίδι, σμίλης, σκαρπέλο
- живописец στα ελληνικά - καλλιτέχνης, βαφέας, εικόνα, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Τυχαίες λέξεις
Скорбеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πενθώ, κλαίω, θρηνώ, μοιρολογώ, θρηνούν, θρηνήσουν, πενθήσουν
Μεταφράσεις: πενθώ, κλαίω, θρηνώ, μοιρολογώ, θρηνούν, θρηνήσουν, πενθήσουν